Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

2 ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΠΩΝΤΛΑΙΡ



  
2 ποιηματα απο τον Σαρλ Μπωντλαιρ, εκδοσεις: Γραμματα, μεταφραση: Γιωργης Σημηριωτης
     Aπο τα ΑΝΘΗ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ.



                                    ΣΤΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ


Η ανοησια, τ'αμαρτημα, η απληστια κι η πλανη
κυριευουνε τη σκεψη μας και φθειρουν το κορμι μας
κι ευχαριστα τις τυψεις μας θρεφουμε στη ψυχη μας,
καθως που θρεφουν πανω τους τις ψειρες οι ζητιανοι.

Στα μετανιωματα αναντροι κι αμαρτωλοι ως την ακρια
ζηταμε πληρωμη ακριβη για καθε μυστικο μας
και ξαναμπαινουμε ευκολα στον βουρκο τον παλιο μας,
θαρρωντας πως ξεπλενεται με τα δειλα μας δακρυα.

Πανω απ'το προσκεφαλι μας ο Σατανας γερμενος,
παντα στα μαγια του Κακου το νου μας νανουριζει
την πιο ατσαλενια θεληση μεμιας την εξατμιζει,
αυτος ο μεγας χημικος, ο Τετραπερασμενος.

Ο Διαολος, το νημα αυτος κραταει που μας κουναει!
Τα πραματα τα βρομερα πιοτερο τ'αγαπαμε
κι ολο προς τηνν Κολαση καθε στιγμη τραβαμε,
με διχως φρικη, αναμεσα στο σκοτος που βρομαει.

Σα τον φτωχο ξεφαντωτη που πιπιλαει με ζαλη
μιας παλιας πορνης αγκαλια, χιλιοβασανισμενη,
κλεφτατα αρπαζουμε κι εμεις καμια ηδονη θλιμμενη
που τηνε ξεζουμιζουμε σα σαπιο πορτοκαλι.

Σαν ενα εκατομμυριο σκουληκια, μυρμηγκωντας,
μες στο μυαλο μας κραιπαλουν του Δαιμονα τα πληθη,
κι οταν ανασα παιρνουμε, ο Θανατος στα στηθη
σαν αυλος ποταμος κυλαει, σιωπηλα θρηνωντας.

Αν το φαρμακι κι η φωτια κι η βια και το μαχαιρι
δεν εχουνε τα φανταχτα κεντιδια ακομα κανει
στο προστυχο της μοιρας μας και αθλιο καμβοπανι
ειναι που λειπει απ'την ψυχη μας το θαρρος-κι απ'το χερι.

Μα μες στις σκυλες, τους σκορπιους, τα φιδια, τα τσακαλια,
τους πανθηρες, τους πιθηκους, τους γυπες, τα θηρια,
που γρουζουν, σερνονται, αλυχτουν κι ουρλιζουν με μανια
μες στων παθων μας τ'ατιμο κλουβι, προβαινει αγαλια,

θεριο πιο βρωμικο, κακο, την ασκημια να δειξει!
Κι αν δε σαλευει κι ουτε ακουει κανενας το ουρλιαχτο του,
ολη τη γης θα ρημαζε, και στο χασμουρητο του
θα θελε να καταπινε τον κοσμο..αυτο'ναι η Πληξη

που, μ'ενα δακρυ αθελητο στα ματια της, κοιταζεις,
καθως καπνιζει τον ουκα, κρεμαλες να στηλωνει.
Και ξερεις, αναγνωστη, αυτο το τερας πως δαγκωνει!
-Ω αναγνωστη υποκριτη, αδερφι, που μου μοιαζεις!


          (Ουκα=Πιπα του χασις)










                      ΤΟ ΑΛΜΠΑΤΡΟΣ



Πολλες φορες οι ναυτικοι, την ωρα που περνανε
πιναουνε τ'αλμπατρος-πουλια της θαλασσας τρανα-
που ραθυμα, σαν συντροφοι του ταξιδιου, ακλουθανε
το πλοιο που μες στα βαραθρα γλιστραει, τα πικρα.

Μα μολις σκλαβωμενα εκει στην κουπαστη τα δεσουν,
οι βασιλιαδες τ'ουρανου, σκυφτοι κι αχαροι πια,
τ'ασπρα μεγαλα τους φτερα τ'αφηνουνε να πεσουν
και στα πλευρα τους θλιβερα να σερνονται κουπια.

Αυτα που'ναι τοσο ομορφα, τα συννεφα οταν σκιζουν,
πως ειναι τωρα κωμικα κι ασκημα και δειλα!
Αλλοι με πιπες αναφτες τα ραμφη τους κεντριζουν,
κι αλλοι πηδανε σαν κουτσοι, κοροιδευτικα.

Μ'αυτους τους νεφοπριγκηπες κι ο Ποιητης πως μοιαζει!
Δε σκιαζεται τις σαιτιες, τις θυελλες αψηφα.
μα ξενος μες στον κοσμο αυτον που γυρω του χουγιαζει,
σκονταφτει απ'τα γιγαντια του φτερα σαν περπατα.

2 σχόλια:

  1. Μ αρέσει πολύ όταν μου προσφέρεις τη χαρά να διαβάζω ποιήματα απ τις αναρτήσεις σου,-είτε δικά σου είτε άλλων-.Ειδικά σ εμένα που δεν διαβάζω ποίηση από μόνη μου,μου δίνεις τη δυνατότητα να τα απολαμβάνω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Να εισαι καλα, χαιρομαι παρα πολυ που απολαμβανεις τις αναρτησεις αυτες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή